Αρκετές φορές μας γίνονται ερωτήματα, ακόμα και παράπονα, σχετικά με την υδατοπερατότητα των κεραμιδιών.
Με το παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε να λύσουμε τυχόν απορίες, καθώς και να προλάβουμε τυχόν σφάλματα τοποθέτησης, που οδηγούν στο δυσάρεστο για όλους αποτέλεσμα της εμφάνισης υγρασιών στην κεραμοσκεπή.
1. Εισαγωγή
Όπως γνωρίζουν οι πελάτες μας, η εταιρεία μας δίνει πρωταρχική σημασία στην ποιότητα των προϊόντων της. Δέσμευση της διοίκησης και πάγια πολιτική της εταιρείας, είναι η παροχή τούβλων και κεραμιδιών άριστης ποιότητας, φτιαγμένα με τα καλύτερα υλικά και δοκιμασμένα στα πλήρως εξοπλισμένα εργαστήριά μας.
Οι προδιαγραφές των κεραμιδιών για την Ευρωπαϊκή αγορά, περιγράφονται στο πρότυπο EN 1304, με παραπομπές σε μια σειρά προτύπων που περιγράφουν την διαδικασία εκτέλεσης των διάφορων δοκιμών. Η εταιρεία εφαρμόζει ποιοτικό έλεγχο παραγωγής βάσει του προτύπου ΕΛΟΤ ΕΝ 1304, ενώ εκτελεί όλες τις δοκιμές που αυτό περιγράφει, σε ιδιόκτητο αρτίως εξοπλισμένο εργαστήριο, με πλήρως καταρτισμένο επιστημονικό προσωπικό. Η διαδικασία δοκιμής των κεραμιδιών όσον αφορά την στεγανότητα, περιγράφεται από το πρότυπο ΕΝ 539-1, το οποίο ορίζει 2 μεθόδους δοκιμής (Μέθοδος 1, Μέθοδος 2).
Μετά τη διεξαγωγή της δοκιμής σύμφωνα με τη μέθοδο 1 ή 2 του προτύπου ΕΝ 539-1 τα κεραμίδια ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες, 1 και 2.
Ο παραγωγός οφείλει να δηλώνει ποια μέθοδο δοκιμής χρησιμοποιήθηκε, και τα αποτελέσματα αξιολογούνται βάσει της συγκεκριμένης δοκιμής.
Κατηγορία 1
α) Μέθοδος δοκιμής 1
Η μέση τιμή του παράγοντα στεγανότητας των δοκιμίων μετά από δοκιμή, πρέπει να είναι μικρότερη ή ίση του 0,5 cm3/cm2 ανά ημέρα και όλα τα μεμονωμένα αποτελέσματα πρέπει να είναι μικρότερα ή ίσα του 0,6 cm3/cm2 ανά ημέρα.
β) Μέθοδος δοκιμής 2
Η μέση τιμή του συντελεστή στεγανότητας των δοκιμίων μετά από δοκιμή, πρέπει να είναι μικρότερη ή ίση του 0,8 και όλα τα μεμονωμένα αποτελέσματα πρέπει να είναι μικρότερα ή ίσα του 0,85.
Κατηγορία 2
α) Μέθοδος δοκιμής 1
Η μέση τιμή του παράγοντα στεγανότητας των δοκιμίων μετά από δοκιμή, πρέπει να είναι μικρότερη ή ίση του 0,8 cm3/cm2 ανά ημέρα και όλα τα μεμονωμένα αποτελέσματα πρέπει να είναι μικρότερα ή ίσα του 0,9 cm3/cm2 ανά ημέρα.
β) Μέθοδος δοκιμής 2
Η μέση τιμή του συντελεστή στεγανότητας των δοκιμίων μετά από δοκιμή, πρέπει να είναι μικρότερη ή ίση του 0,925 και όλα τα μεμονωμένα αποτελέσματα πρέπει να είναι μικρότερα ή ίσα του 0,95.
2. Στεγανότητα – Πρότυπο ΕΝ 539-1
Το πρότυπο καθορίζει δύο μεθόδους δοκιμής για τον προσδιορισμό της στεγανότητας στο νερό των κεραμιδιών από άργιλο, οι οποίες θεωρούνται ισοδύναμες.
Τα κεραμίδια πρέπει να υποστούν τις δοκιμές όπως έχουν ληφθεί από το εργοτάξιο και στην κατάσταση που βρίσκονταν κατά τη δειγματοληψία. Αν ήταν εγκατεστημένα σε κτίριο, το πρότυπο ορίζει ότι κατά την ερμηνεία των αποτελεσμάτων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι καταπονήσεις τις οποίες έχουν υποστεί τα εγκατεστημένα προϊόντα.
Η μέθοδος δοκιμής 1, βασίζεται στον προσδιορισμό της ποσότητας νερού που διαπερνά το σώμα του κεραμιδιού εντός 48 ωρών, ανά μονάδα επιφάνειας cm2, υπό το φορτίο στήλης νερού ύψους 10 cm, το οποίο κατάλληλη διάταξη κρατά σταθερό καθ’ όλη την διάρκεια της δοκιμής.
Μέγεθος δείγματος: 10 κεραμίδια.
Τα κεραμίδια αρχικά εμβαπτίζονται σε νερό βρύσης για 48 ώρες και στη συνέχεια στεγνώνουν με θερμό αέρα μέχρι να εξατμιστεί πλήρως το νερό. Στη συνέχεια παραμένουν για τουλάχιστον 4 ώρες σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.
Από την λεπτότερη διατομή του κεραμιδιού, κατασκευάζονται δοκίμια τετραγωνικού ή κυκλικού σχήματος, διαστάσεων 45±2 mm x 25±2 mm ή Φ 50±2 mm αντίστοιχα.
Στα δοκίμια αυτά προσαρμόζεται γυάλινος σωλήνας, εσωτερικής διαμέτρου Φ 38±1 mm και ύψους 150±2 mm, επάνω στην επιφάνεια η οποία κανονικά είναι εκτεθειμένη στις
καιρικές συνθήκες. Οι κομμένες επιφάνειες του δοκιμίου και η επιφάνεια μεταξύ του δοκιμίου και του σωλήνα, στεγανοποιούνται με κατάλληλο υλικό και στην συνέχεια ο σωλήνας και το δοκίμιο τοποθετούνται μέσα σε νερό, κατά τρόπο ώστε η στάθμη του νερού να βρίσκεται 1 cm πάνω από την εκτιθέμενη επιφάνεια.
Η επιφάνεια απέναντι της εκτιθέμενης επικάθεται επάνω σε δυο λεπτά και μη πορώδη στηρίγματα, τοποθετημένα στον πυθμένα του δοχείου.
Το δοκίμιο με τον σωλήνα παραμένει έτσι βυθισμένο στο νερό για 48 ώρες.
Μετά την ολοκλήρωση αυτής της περιόδου, γεμίζει ο σωλήνας νερό ώστε η στάθμη να φτάσει 10 cm υψηλότερα από την στάθμη εντός του δοχείου νερού.
Για να διατηρείται σταθερή η στάθμη αυτή, τοποθετείται διαβαθμισμένο δοχείο συνεχούς παροχής νερού, μέσω λοξά κομμένου σωλήνα. Κατά την τοποθέτηση καταγράφεται η στάθμη νερού του δοχείου, ενώ όσο το δοκίμιο απορροφά νερό τόσο η στάθμη αυτή μειώνεται, με την αντίστοιχη ποσότητα να παρέχεται στον σωλήνα του δοκιμίου.
Μετά από 48 ώρες, καταγράφεται η στάθμη και υπολογίζεται ο όγκος του νερού που πέρασε από το δοκίμιο, V1.
Επιπλέον, προκειμένου να υπολογισθεί ο όγκος νερού που εξατμίσθηκε, εντός του ίδιου δοχείου νερού σε παρακείμενο σημείο, τοποθετείται ίδιων διαστάσεων διαβαθμισμένος σωλήνας ο οποίος αντί για κεραμικό δοκίμιο, έχει συγκολλημένη γυάλινη πλάκα, μη απορροφητική. Στον σωλήνα προστίθεται ο αναγκαίος όγκος νερού, προκειμένου η στάθμη να γίνει 10 cm και ο γεμάτος σωλήνας μαζί με την γυάλινη πλάκα ζυγίζεται και τοποθετείται εντός του δοχείου δοκιμής. Ο σωλήνας με την γυάλινη πλάκα ξαναζυγίζεται μετά από 48 ώρες, και η διαφορά βάρους θεωρείται ως ο όγκος του νερού που εξατμίστηκε εντός 48 ωρών, V2 (θεωρείται ειδικό βάρος νερού ίσο προς 1 gr / cm3).
Έπειτα, υπολογίζεται ο παράγοντας στεγανότητας (IF), εκφραζόμενος σε cm3/cm2 ανά ημέρα, από κατάλληλο μαθηματικό τύπο.
Βάσει του μαθηματικού τύπου, λαμβάνοντας υπόψη τις τιμές των συντελεστών όπως αναφέρονται στην παράγραφο 4.4.1 του ΕΝ 1304, και κάνοντας αναγωγή στις 48 ώρες της δοκιμής, τα κεραμίδια κρίνονται κατάλληλα αν απορροφήσουν λιγότερο από 1,8 cm3 νερού ανά τετραγωνικό εκατοστόμετρο επιφάνειας δοκιμίου στην διάρκεια 48 ωρών, ανά δοκίμιο, και 1,6 cm3/cm2κατά μέσο όρο, ενώ κατατάσσονται στην καλύτερη κατηγορία (κατηγορία 1) αν οι τιμές αυτές είναι έως 1,2 cm3/cm2και 1 cm3/cm2, αντίστοιχα, στην διάρκεια του 48ώρου εκτέλεσης της δοκιμής (αφαιρούμενης της ποσότητας που εξατμίστηκε).
Το πρότυπο δεν κάνει πουθενά λόγο για ρυθμούς απορρόφησης, ή κάτι αντίστοιχο.
Στο εργαστήριο της “Παναγιωτόπουλος ΑΒΕΕ”, χρησιμοποιείται η μέθοδος δοκιμής 2, η οποία περιγράφεται στην συνέχεια.
Αρχή της μεθόδου: “Έλεγχος της στεγανότητας στο νερό ενός κεραμιδιού ή ενός εξαρτήματος από άργιλο δια του προσδιορισμού του χρόνου που διανύεται πριν να αρχίσουν οι σταγόνες να πέφτουν, μετά από την εφαρμογή νερού στη επιφάνεια του κεραμιδιού, η οποία είναι κανονικά εκτεθειμένη στις καιρικές συνθήκες.”
Μέγεθος δείγματος: 10 κεραμίδια.
Τα κεραμίδια αρχικά εμβαπτίζονται σε νερό βρύσης για 48 ώρες και στη συνέχεια στεγνώνουν με θερμό αέρα μέχρι να εξατμιστεί πλήρως το νερό. Στη συνέχεια παραμένουν για τουλάχιστον 4 ώρες σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.
Κατά τη διαδικασία δοκιμής ένα πλαίσιο προσαρμόζεται πάνω στην επιφάνεια του κεραμιδιού είτε γύρω από αυτό με υδατοστεγές υλικό (δηλαδή την επιφάνεια που είναι εκτεθειμένη στο περιβάλλον όταν το κεραμίδι βρίσκεται στη στέγη). Η επιφάνεια του κεραμιδιού που δοκιμάζεται δεν πρέπει να περιλαμβάνει μέρη της επιφάνειας που καλύπτονται κατά τη χρήση του κεραμιδιού στο έργο. Το κεραμίδι πρέπει να στηρίζεται σε οριζόντια θέση με κλίση ±5º. Το κεραμίδι τοποθετείται με τέτοιο τρόπο ώστε η στάθμη του νερού στο χαμηλότερο σημείο μέσα στο πλαίσιο θα είναι (60±5) mm και στο υψηλότερο (10±5) mm.
Προστίθεται νερό βρύσης με συνεχή τρόπο μέσα στο πλαίσιο μέχρι η στάθμη του νερού να είναι (60±5) mm.
Κάτω από το δοκίμιο τοποθετείται ειδική διάταξη συνδεδεμένη με χρονόμετρο προκειμένου να μετρηθεί ο χρόνος πτώσης της πρώτης σταγόνας με ακρίβεια ±15 min. Η μέγιστη διάρκεια της δοκιμής είναι 20 ώρες. Ο χώρος που διεξάγεται το πείραμα είναι ορισμένης θερμοκρασίας (20±2)ºC, υγρασίας (60±5)% και προστατεύεται από ρεύματα αέρα ώστε να μην διαταράσσεται η σταγόνα.
Από τα αποτελέσματα της δοκιμής υπολογίζεται ο συντελεστής στεγανότητας IC, από κατάλληλο μαθηματικό τύπο. Ανάλογα με την τιμή του συντελεστή στεγανότητας, τα κεραμίδια κατατάσσονται σε κατηγορίες ώς περιγράφηκε ανωτέρω, κατά το πρότυπο ΕΝ 1304.
Εξηγώντας τους προαναφερθέντες συντελεστές για την ταξινόμηση των προϊόντων σε κατηγορίες, όπως αναφέρονται στην μέθοδο δοκιμής 2 του προτύπου ΕΝ 539-1 οι κατηγορίες πρακτικά, είναι:
Κεραμίδια που στάζουν στα πρώτα 90 λεπτά είναι ακατάλληλα.
Κεραμίδια που στάζουν μετά τα 90 λεπτά ανήκουν στην κατηγορία 2 (μέση τιμή συντελεστή στεγανότητας μικρότερη ή ίση του 0,925 και μεμονωμένα αποτελέσματα μικρότερα ή ίσα του 0,95).
Κεραμίδια που στάζουν μετά τις 4 ώρες ανήκουν στην κατηγορία 1 (μέση τιμή συντελεστή στεγανότητας μικρότερη ή ίση του 0,8 και μεμονωμένα αποτελέσματα μικρότερα ή ίσα του 0,85).
Όλα τα κεραμίδια της “Παναγιωτόπουλος ΑΒΕΕ” παρουσιάζουν άριστη συμπεριφορά, στάζοντας μετά τις 4 ώρες κατατασσόμενα στην καλύτερη κατηγορία που ορίζει το πρότυπο.
Οι περισσότερες παρτίδες δε, τερματίζουν την μέγιστη διάρκεια δοκιμής (20 ώρες) χωρίς την πτώση καμίας σταγόνας (Συντελεστής υδατοπερατότητας μηδέν – IC = 0).
Παρατίθενται κάποιες φωτογραφίες καθώς και περιγραφή του τρόπου εκτέλεσης της δοκιμής.
Αφού ληφθούν τα δείγματα και γίνει η προετοιμασία, όπως περιγράφηκε ανωτέρω (Μέθοδος 2), στα κεραμίδια τοποθετείται μεταλλικό πλαίσιο το οποίο στεγανοποιείται με σιλικόνη, ώστε να μην αποβάλλεται νερό εκτός του πλαισίου.
Αφού στεγνώσει η σιλικόνη το κάθε δοκίμιο (κεραμίδι) με το προσαρμοσμένο και στεγανοποιημένο πλαίσιο τοποθετείται επί της μετρητικής διάταξης και γεμίζει με νερό.
Η στάθμη του νερού περιγράφεται στο πρότυπο ΕΝ 539-1 (60±5 mm στο χαμηλότερο σημείο και 10±5 mm στο υψηλότερο σημείο).
Κάτω από τις βάσεις στήριξης, βρίσκεται ηλεκτρονική πλακέτα, συνδεδεμένη με ψηφιακό χρονόμετρο. Όταν πέσει κάποια σταγόνα νερού πάνω στην πλακέτα, το νερό όντας καλός αγωγός του ηλεκτρισμού κλείνει το κύκλωμα πάνω στην πλακέτα και σταματά η μέτρηση του χρονομέτρου.
Για την διατήρηση των μετρητικών συσκευών σε καλή κατάσταση, λαμβάνεται μέριμνα ώστε να απομακρύνεται η υγρασία και τα άλατα από τις ηλεκτρονικές πλακέτες και γενικότερα να γίνεται σχολαστικός καθαρισμός. Επί πλέον, ελέγχεται δοκιμαστικά η λειτουργία των πλακετών με πτώση ελάχιστης ποσότητας νερού από σταγονόμετρο σε τυχαίο σημείο της επιφάνειας, κάθε ένα μήνα.
Τέλος, κάθε τρεις μήνες συγκρίνονται οι μετρήσεις των χρονομετρητών, με ένα δεύτερο χρονόμετρο.
Δοκιμές εκτελούνται συνεχώς, με κάθε νέα παρτίδα παραγωγής προϊόντων ή αλλαγή στην παραγωγική διαδικασία, που ενδέχεται να επηρεάσει τις ιδιότητες των κεραμιδιών.
3. Στέγες: στεγανότητα κεραμιδιών και κεραμοσκεπής
Από άποψη στεγανότητας, είναι δόκιμο να γίνει ο εξής διαχωρισμός:
α) στεγανότητα υλικών
β) στεγανότητα κεραμοσκεπής (ως κατασκευαστικό σύνολο)
α) Όσον αφορά την στεγανότητα των υλικών, το πρότυπο EN 539-1 ορίζει ότι αυτή λαμβάνεται ως η στεγανότητα ενός μόνου τεμαχίου, και η οποία προσδιορίζεται με τον τρόπο όπου έχει ήδη περιγραφεί (καθώς και οι δυο μέθοδοι δοκιμής ορίζουν ότι η δοκιμή εκτελείται επί των δοκιμίων, και όχι επί συναρμολογημένων συνόλων)
β) Η στεγανότητα της κεραμοσκεπής (ως κατασκευαστικό σύνολο) δεν ορίζεται από κάποιο πρότυπο ή κανονιστική διάταξη, καθορίζεται όμως από τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης και έχει να κάνει με τόσο με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της κατασκευής, όσο και με εξωγενείς παράγοντες που μπορεί να επιδράσουν αρνητικά στην μη στεγανότητα του κατασκευαστικού συνόλου.
Μερικές από τις παραμέτρους που επηρεάζουν την στεγανότητα της κεραμοσκεπής, είναι:
- Εφαρμογή και εγκιβωτισμός* κεραμιδιών
- Κλίση κεραμοσκεπής
- Ελεύθερη απορροή υδάτων
- Ορθή τοποθέτηση στεγανοποιητικού υποστρώματος, αγωγών απορροής
- Κλιματολογικές συνθήκες (έντονες βροχοπτώσεις παρουσία ισχυρού ανέμου)
- Συνθήκες περιβάλλοντος χώρου (παρουσία γειτνιάζοντων δέντρων και βλάστησης η οποία δύναται να καλύψει τις οδούς διέλευσης των ομβρίων υδάτων από την εκτεθειμένη επιφάνεια και το σύστημα εγκιβωτισμού των κεραμιδιών επικάλυψης).
Οι παραπάνω παράμετροι επιδρούν συνδυαστικά και είναι χρήσιμο ο τεχνίτης τοποθέτησης υπό τις οδηγίες του επιβλέποντος μηχανικού, να τις λαμβάνει υπόψη αθροιστικά, σε ένα ενιαίο πλαίσιο από την φάση της αυτοψίας και σχεδιασμού, μέχρι την υλοποίηση και παράδοση της κατασκευής, προς χρήση.
*Ως εγκιβωτισμός των κεραμιδιών, καλείται κατά το πρότυπο ΕΝ 1304, ως το σύστημα σχεδιασμού των κεραμιδιών, για τη συναρμολόγηση δύο συνδεόμενων κεραμιδιών ή εξαρτημάτων και που περιλαμβάνει συνήθως ένα ή περισσότερα ανυψωμένα μέρη, που καλούνται «νευρώσεις» και ένα ή περισσότερα κοίλα μέρη, που καλούνται «αυλακώσεις»
Όπως φαίνεται στο παρατιθέμενο σκαρίφημα, ένα κεραμίδι “Ρωμαϊκού” τύπου παρουσιάζει στην δομή του πτυχώσεις και γεωμετρικά χαρακτηριστικά, που επιτρέπουν την συναρμογή των κεραμιδιών μεταξύ τους, και την τοποθέτηση επί της στέγης.
Ο παρακάτω πίνακας, επεξηγεί τα χαρακτηριστικά αυτά:
1 Οπή στερέωσης
2 Εγκάρσια διάταξη εμπλοκής (νεύρωση)
3 Εγκάρσια διάταξη εμπλοκής (αυλάκωση)
4 Διαμήκης διάταξη εμπλοκής (νεύρωση)
5 Νεύρωση απορροής υδάτων
6 Διαμήκης νεύρωση παρεμπόδισης εισροής υδάτων
7 Διαμήκης διάταξη εμπλοκής (αυλάκωση)
1 Επιφάνειες ροής νερού
2 Εγκιβωτισμός
Αυτού του τύπου ο εγκιβωτισμός με την νεύρωση και την αυλάκωση επιτρέπουν την απορροή των ομβρίων υδάτων από τις επιφάνειες ροής, εάν δε η υγρασία περάσει την νεύρωση, αυτή εμποδίζεται από την διαμήκη νεύρωση παρεμπόδισης (α.α. 6) μέχρι να φτάσει στην νεύρωση απορροής υδάτων (α.α. 5) και να διωχθεί πίσω προς την επιφάνεια ροής.
Παρόμοιος εγκιβωτισμός εφαρμόζεται και στον εγκάρσιο άξονα, ώστε τα κεραμίδια να τοποθετούνται τελικά με αλληλοεπικάλυψη εξυπηρετώντας αυτό τον σκοπό.
Ο τρόπος τοποθέτησης των Ρωμαϊκών Κεραμιδιών, απεικονίζεται στο κάτωθι σκαρίφημα:
Με τις διατάξεις εγκιβωτισμού που περιγράφηκαν ανωτέρω και την προϋπόθεση κατάταξης των κεραμιδιών στην Κατηγορία 1 της δοκιμής στεγανότητας, είναι δυνατή η επίτευξη στεγανότητας για την κεραμοσκεπή.
Ωστόσο, αυτή δεν θεωρείται εξασφαλισμένη, καθώς:
- σε συνθήκες χαμηλής κλίσης,
- έντονης βροχόπτωσης,
- παρουσία ανέμου,
- επιβάρυνσης από παράγοντες του περιβάλλοντος χώρου
- δυσμενείς παραμέτρους σχεδιασμού της κατασκευής,ή συνδυασμό των ανωτέρω, είναι πιθανόν οι επιφάνειες ροής νερού να μην έχουν την δυνατότητα να απάγουν το σύνολο της βροχόπτωσης. Έτσι, καθίστανται κορεσμένες εντός σύντομου χρονικού διαστήματος και λόγω της αρχής των συγκοινωνούντων δοχείων, ποσότητα νερών μπορεί να περάσει τις διατάξεις εμπλοκής-εγκιβωτισμού και να εισέλθει στα υποκείμενα των κεραμιδιών στρώματα της κεραμοσκεπής.
Τα κεραμίδια επομένως, είναι σχεδιασμένα ώστε με τις επικαλύψεις τους και με την κλίση να διώχνουν μακρυά τα νερά της βροχής. Έχουν όμως τόσα πολλά κενά που ειδικά σε συνθήκες βροχής με παρουσία ισχυρού ανέμου, είναι εξαιρετικά πιθανή η εισροή υδάτων κάτω από τα κεραμίδια. Αυτό γίνεται καθώς οι συναρμογές των κεραμιδιών λόγω της πίεσης του αέρα χαλαρώνουν ενώ ταυτόχρονα το νερό της βροχής ωθείται με την πίεση του αέρα προς τις χαραμάδες μεταξύ των κεραμιδιών.
Για τους ανωτέρω λόγους, η θεωρία αλλά και η πράξη κρίνει την ύπαρξη στεγανοποιητικού υποστρώματος (στεγανοποιητικές μεμβράνες) ως απαραίτητη, με διαφοροποίηση ως προς την θέση τοποθέτησης ανάλογα με τα απαιτούμενα λειτουργικά χαρακτηριστικά της κεραμοσκεπής. Μάλιστα, η μεμβράνη θα πρέπει να είναι διαπνέουσα, ώστε να επιτρέπει την εξάτμιση των υδρατμών της κεραμοσκεπής.
Η ύπαρξη του στεγανωτικού υποστρώματος είναι αυτή που θα οδηγήσει τα νερά της βροχής, τα οποία θα διαπεράσουν τα κεραμίδια, στην απόληξη της κεραμοσκεπής ακολουθώντας την κλίση της στέγης, με κατάλληλη τοποθέτηση.
Αν η μεμβράνη δεν οδηγεί τα ύδατα εκτός της στέγης απευθείας, τότε στην απόληξη της στέγης πρέπει να τοποθετούνται σωληνάκια απορροής των υδάτων, που θα καταλήγουν σε αποστραγγιστικό κανάλι ομβρίων υδάτων, σε υδρορροή ή σε ελεύθερη απορροή, εκβάλλοντας τα ύδατα από την στέγη.
Πέραν της τοποθέτησης στεγανοποιητικής μεμβράνης, είναι σημαντικό να γίνεται σωστός σχεδιασμός της απορροής των υδάτων.
Η απορροή του νερού της βροχής, και κατά συνέπεια η αποφυγή σχηματισμού σημείων ή περιοχών συσσώρευσής τους, αποτελεί βασική παράμετρο σχεδιασμού μιας κεραμοσκεπής. Η διαμόρφωση κατάλληλων κλίσεων συμβάλλει μ’ αυτό τον τρόπο στην προστασία της κεραμοσκεπής και την αποφυγή συγκέντρωσης υδάτων, ενώ διευκολύνει την απορροή τους και αποφεύγεται η γρήγορη πλήρωση του “λουκιού” που σχηματίζουν τα κεραμίδια, σε περίπτωση έντονης βροχόπτωσης.
Η ελάχιστη κλίση των κεραμιδιών πρέπει να είναι 30% (~17ο), ενώ σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από συχνές και έντονες βροχοπτώσεις, η προτεινόμενη κλίση είναι τουλάχιστον 45% (~24ο).
Απαραίτητη για την επίτευξη στεγανότητας της κεραμοσκεπής όπως προαναφέρθηκε, είναι η ύπαρξη υδατοστεγούς μεμβράνης, η οποία θα πρέπει να είναι διαπνέουσα, ώστε να εκβάλλονται ελεύθερα οι υδρατμοί ενώ αποτρέπεται η εισροή υδάτων.
Η μεμβράνη θα πρέπει να καταλήγει στην υδρορροή, που περιβάλει την στέγη. Αν η μεμβράνη δεν καταλήγει στην υδρορροή ή δεν οδηγεί η ίδια τα ύδατα εκτός της στέγης, τοποθετούνται σωληνάκια απορροής, τα οποία οδηγούν τα ύδατα εκτός της κεραμοσκεπής.
Σε περίπτωση ύπαρξης εγκιβωτισμένης στέγης, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία των κατακόρυφων δομικών στοιχείων και η στεγανοποιητική μεμβράνη να ανεβαίνει ως την στέψη του στηθαίου, δηλαδή να γυρίζει επάνω από την στέψη, ώστε προστατεύονται τα στηθαία του εγκιβωτισμού και τα ύδατα να απομακρύνονται, χωρίς να επηρεάζουν τα κατακόρυφα και υφιστάμενα οριζόντια/κεκλιμένα δομικά στοιχεία.
Αν δεν γίνει αυτού του είδους η εφαρμογή, τα συγκεντρωμένα ύδατα εμποτίζουν τα στηθαία του εγκιβωτισμού, όπως και το οριζόντιο τμήμα του αύλακα συλλογής ομβρίων υδάτων, ενώ επιστρέφουν κάτω από την κεραμοσκεπή και εμποτίζουν και την κεκλιμένη πλάκα/φέροντα οργανισμό της κεραμοσκεπής.
Επιπλέον, είναι απαραίτητο να διαμορφώνονται οι κατάλληλες κλίσεις στον αύλακα συλλογής (0,5% – 1,5% κατά την επιμήκη διεύθυνση), που πρέπει να κατασκευάζεται μεταξύ του πέρατος της στέγης και του στηθαίου.
Μέσω των κλίσεων αυτών και των υδρορροών που πρέπει να έχουν προβλεφθεί στα σημεία των χαμηλότερων σταθμών, απομακρύνονται τα νερά της βροχής που συγκεντρώνονται στον αύλακα.
Ένα συνηθισμένο λάθος στις κατασκευές κεραμοσκεπών, είναι η μη κατάληξη των στεγανοποιητικών στρώσεων σε κάποιο αύλακα ομβρίων, αλλά ο τερματισμός και φραγή τους στην μετόπη της κεραμοσκεπής. Αυτό ωστόσο, έχει ως αποτέλεσμα τα ύδατα που εισέρχονται ανάμεσα από τα κεραμίδια και απομακρύνονται από την στεγανοποιητική στρώση, να καταλήγουν στα χαμηλότερα σημεία της κεραμοσκεπής, να συσσωρεύονται εκεί και να διαβρέχουν την μετόπη καταστρέφοντάς την, σταδιακά.
Αν για αρχιτεκτονικούς-αισθητικούς λόγους είναι επιθυμητή η μη εμφανής κατασκευή του αύλακα, είναι δυνατή η διαμόρφωση περιμετρικά της σκεπής καναλιού από σκυρόδεμα και μετόπης επί της οποίας τοποθετούνται κεραμίδια, ως προέκταση της κεραμοσκεπής ώστε να έχει το ίδιο οπτικό αποτέλεσμα από χαμηλά.
Η στεγανοποιητική μεμβράνη θα πρέπει να ανασηκώνεται και να γυρίζει πάνω από την μετόπη, και κάτω από τα ακραία κεραμίδια.
Άλλο λάθος που παρατηρείται κατά την κατασκευή των κεραμοσκεπών, είναι το κάρφωμα των στεγανοποιητικών μεμβρανών πάνω στο “πέτσωμα”.
Ο ορθός τρόπος στερέωσης είναι το κάρφωμα της μεμβράνης, πάνω στα πηχάκια που είναι τοποθετημένα πάνω από το πέτσωμα.
Αυτό είναι αναγκαίο, καθώς τα ύδατα που εισχωρούν ενδιάμεσα από τα κεραμίδια, ρέουν στο χαμηλότερο επίπεδο, και όχι στο ύψωμα που δημιουργεί το πηχάκι. Σε αντίθετη περίπτωση, τα ύδατα ρέοντας στο χαμηλότερο σημείο συναντούν στην διαδρομή τους το σημείο καρφώματος και εισχωρούν μέσα από το σημείο καρφώματος, προς τα κάτω, διαπερνώντας την στεγανοποιητική στρώση.
Βιβλιογραφία
ΕΝ 1304:2005, Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης, Αθήνα, Απρίλιος 2005
EN 539-1:2005, Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης, Αθήνα, Σεπτέμβριος 2005
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ, Ειδική Έκδοση Εφαρμογές-Τεχνικές Οδηγίες Κατασκευαστών, Υλικά και Προδιαγραφές, 2004-2005, Άρθρο Ξύλινες Στέγες (σελ. 48-52)
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ, Ειδική Έκδοση Εφαρμογές-Τεχνικές Οδηγίες Κατασκευαστών, Υλικά και Προδιαγραφές, 2008-2009, Ενότητα Όψεις – Στέγες – Επικαλύψεις παρ. 1-9, σελ. 47 – 54.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ, Ειδική Έκδοση Ξύλινη Στέγη – Κατασκευή-Υλικά-Θερμομόνωση-Στεγανοποίηση-Επικαλύψεις-Φωτοβολταϊκά-Εξαρτήματα-Επισκευή, Θεσσαλονίκη, 2007
Κρανιώτης, Δημ., Διπλ. Πολ. Μηχανικός Στεγανοποίηση στα κτίρια από τη φάση του σχεδιασμού, ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΤΙΡΙΟ-Τεχνικές Σελίδες, Σεπτέμβριος 2010
Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων Α.Ε., Τεχνική Περιγραφή Οικοδομικών Εργασιών, Αθήνα 2008
Ιστοσελίδες